- λαγουδάκι
- τό1) зайчонок; 2) бот. цикламен
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
λαγουδάκι — το [λαγούδι] 1. μικρός σε μέγεθος ή σε ηλικία λαγός 2. κοινή ονομασία τού φυτού κυκλάμινο … Dictionary of Greek
Schnuffel — (англ. Snuggle, фр. Lapin Câlin, рус. Шнуффель) анимированный мультипликационный заяц, созданный в конце 2007 года немецкой медиакомпанией Jamba! для продвижения одного из своих рингтонов. Рингтон был переделан в песню Себастьяном … Википедия
λάγιον — λάγιον, τὸ (Α) [λαγώς] 1. λαγουδάκι 2. επιγρ. είδος ποτηριού ή αγγείου … Dictionary of Greek
λαγίδιο — το (Α λαγίδιον) [λαγώς] μικρός σε μέγεθος ή και σε ηλικία λαγός, λαγουδάκι νεοελλ. επιστημονική ονομασία τρωκτικού παρόμοιου με το σινσιλά, γνωστού και ως βισκάτσα τών βουνών … Dictionary of Greek
λαγιδεύς — ο (Α λαγιδεύς, έως) [λαγώς] το νεογνό τού λαγού, λαγουδάκι αρχ. το κουνέλι … Dictionary of Greek
λαγούδι — το (Μ λαγούδιον και λαγούδιν) λαγουδάκι. [ΕΤΥΜΟΛ. < λαγός + υποκορ. κατάλ. ούδι(ον), πρβλ. αγγελ ούδι, μαθητ ούδι] … Dictionary of Greek
λαγωδάριον — λαγωδάριον, τὸ (Α) [λαγώδιον] λαγουδάκι … Dictionary of Greek
λαγώδιον — λαγῴδιον, τὸ (Α) [λαγώς] λαγουδάκι … Dictionary of Greek
Μαξίμου, Πηνελόπη — (Αϊβαλί, Μικρά Ασία 1904 –). Συγγραφέας παιδικών βιβλίων. Σπούδασε στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών. Συνεργασίες της άρχισαν να δημοσιεύονται σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά το 1931, ενώ το πρώτο βιβλίο της με τον τίτλο Τα Χριστούγεννα του αλήτη… … Dictionary of Greek
κυκλάμινο — το είδος φυτού και το άνθος του, κυκλαμιά, λαγουδάκι … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)